- θερμοελαστικός
- -ή, -όφρ. (θερμοδυν.) «θερμοελαστικοί συντελεστές» — μεγέθη χρησιμοποιούμενα για τον χαρακτηρισμό τής θερμικής διαστολής και τής συμπιεστότητας τών σωμάτων.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. thermoelastique < thermo- (πρβλ. θερμ(ο)-* + elastique (πρβλ. ελαστικός < ελαστός < ελαύνω)].
Dictionary of Greek. 2013.